Linux για αρχάριους/Κατατμήσεις (Partitions)

Σημείωση: Οι πληροφορίες που ακολουθούν, εκτός και αν αναφέρεται διαφορετικά, αφορούν το hardware του υπολογιστή και δεν εξαρτώνται από το Λειτουργικό Σύστημα.

Γιατί χρειαζόμαστε partitions;

επεξεργασία

Όλοι οι σκληροί δίσκοι μπορούν να χωριστούν σε αυτόνομα μεταξύ τους τμήματα. Τα τμήματα αυτά ονομάζονται «partitions» (κατατμήσεις). Αν και είναι δυνατό να έχουμε ένα και μόνο partition, να χρησιμοποιούμε δηλαδή ολόκληρο το σκληρό μας δίσκο, χωρίς να τον σπάσουμε σε τμήματα, συνήθως αυτό δεν είναι και τόσο καλή ιδέα. Για την ακρίβεια πρέπει να χρησιμοποιούμε τουλάχιστον δύο partitions. Ο λόγος είναι ότι χωρίζοντας το δίσκο μας σε τμήματα μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το ένα από αυτά για να εγκαταστήσουμε το λειτουργικό μας σύστημα και τα υπόλοιπα για να αποθηκεύσουμε τα προσωπικά μας αρχεία (πχ φωτογραφίες). Με τον τρόπο αυτό, σε περίπτωση που χαλάσει ο υπολογιστής μας και χρειαστεί format, τότε κάνουμε format μόνο στο partition που είναι εγκατεστημένο το λειτουργικό σύστημα, αφήνοντας τα αρχεία μας άθικτα.

Ένας άλλος συνηθισμένος λόγος για τον οποίο σπάμε ένα σκληρό δίσκο σε τμήματα είναι για να μπορέσουμε να εγκαταστήσουμε περισσότερα από ένα λειτουργικά συστήματα στον υπολογιστή μας. Το «σε πόσα ακριβώς τμήματα» να χωρίσουμε τον σκληρό μας δίσκο και «τι μέγεθος να δώσουμε στο καθένα» είναι ερωτήματα που δεν μπορούν να απαντηθούν γενικά καθώς εξαρτάται από τη χρήση που θέλουμε να κάνουμε, πάντως ακολούθως θα κάνουμε ορισμένες προτάσεις.

Είδη Κατατμήσεων

επεξεργασία

Υπάρχουν τριών ειδών κατατμήσεων (partitions):

  • Πρωτεύουσες κατατμήσεις (Primary partitions)
  • Εκτεταμένες κατατμήσεις (Extended partitions). Οι συγκεκριμένες είναι τυπικά και αυτές primary partition, αλλά χρησιμοποιούνται για ειδικό σκοπό και για αυτό τα διαχωρίζουμε.
  • Λογικές κατατμήσεις (Logical partitions)

Αυτά που χρησιμοποιούμε συνήθως είναι τα primary partitions, τα οποία όμως έχουν τον εξής περιορισμό:

κάθε σκληρός δίσκος μπορεί να έχει μέχρι τέσσερα primary partitions.

Σε περίπτωση που θέλουμε να δημιουργήσουμε περισσότερα από τέσσερα partitions τότε σημειώνουμε το ένα από τα primary partitions ως extended. Η δήλωση αυτή θα πρέπει να γίνει κατά τη δημιουργία του partition καθώς δε μπορεί να γίνει αλλαγή ενός primary partition σε extended μετά την δημιουργία του.

Κάθε extended partition λειτουργεί σαν ένας εικονικός σκληρός δίσκος, ο οποίος λειτουργεί αυτόνομα από τα υπόλοιπα partitions και τον οποίο μπορούμε να χωρίσουμε περαιτέρω σε όσα partitions θέλουμε. Τα partitions που «μπαίνουν» μέσα σε ένα extended partition ονομάζονται logical και δεν υπάρχει κανένας περιορισμός στον αριθμό τους, απλώς η συνολική τους χωρητικότητα θα πρέπει να είναι ίση ή μικρότερη από τη χωρητικότητα του extended partition. Έτσι λοιπόν, αν χρειαζόμαστε να χωρίσουμε το σκληρό μας δίσκο σε πχ εφτά τμήματα τότε θα πρέπει να δημιουργήσουμε τρία primary και ένα extended partition, το οποίο θα περιέχει τα υπόλοιπα τέσσερα (logical) partitions που χρειαζόμαστε.

Εν συντομία, για την δημιουργία νέων κατατμήσεων, ισχύουν οι ακόλουθοι κανόνες:

  1. Πάντα η πρώτη κατάτμηση ενός δίσκου πρέπει να δημιουργείται ως "Πρωτεύον διαμέρισμα" (primary).
  2. Μπορούμε να δημιουργήσουμε το πολύ τέσσερις κατατμήσεις σε ένα δίσκο που να είναι primary.
  3. Αν θέλουμε να έχουμε πάνω από τέσσερις κατατμήσεις σε ένα δίσκο τότε θα πρέπει να έχουμε κάνουμε το πολύ τρεις primary και τις υπόλοιπες "Λογικές" (logical).
  4. Για να μπορέσουμε να κάνουμε «Λογικές» κατατμήσεις (logical) θα πρέπει πρώτα να κάνουμε μια «Εκτεταμένη» κατάτμηση (extended) μέσα στην οποία θα δημιουργήσουμε τις logical. Η extended κατάτμηση το μόνο που κάνει είναι να «φιλοξενεί» τις logical. Ο χώρος της δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί απευθείας. Θα χρησιμοποιηθεί μέσω των logical που εμπεριέχει. Είναι κάτι δηλαδή σαν ένας εικονικός υπο-δίσκος μέσα στον κανονικό δίσκο μας.
  5. Οι primary κατατμήσεις είναι πιο γρήγορες στην πρόσβαση από τις logical για τον λόγο αυτό τις προτιμούμε. Δημιουργούμε logical δηλαδή μόνο αν θέλουμε πάνω από τέσσερις κατατμήσεις στο δίσκο μας.
  6. Εγκατάσταση λειτουργικού συστήματος και εικονικής μνήμης (swap) κάνουμε μόνο σε primary κατατμήσεις. (Τα windows ούτως ή άλλως δεν επιτρέπουν την εγκατάσταση τους σε logical. Το Linux επιτρέπει την εγκατάσταση αλλά το αποφεύγουμε).

Ονομασία κατατμήσεων στο Linux

επεξεργασία

Το Linux ονομάζει τους σύγχρονους δίσκους με έναν κωδικό της μορφής /dev/sdXY, όπου το X είναι ένα γράμμα του λατινικού αλφαβήτου (a, b, c...) και εκφράζει τον αριθμό προτεραιότητας του φυσικού δίσκου και το Y είναι αριθμός (1, 2, 3...) και εκφράζει τον αύξοντα αριθμό της κατάτμησης. Έτσι παραδείγματος χάρη, η πρώτη κατάτμηση του πρώτου δίσκου μας, ονομάζεται από το Linux ως /dev/sda1 ενώ η τρίτη κατάτμηση του δεύτερου σκληρού δίσκου ονομάζεται /dev/sdb3.

Στην ονοματολογία του Linux, οι αριθμοί 1, 2, 3 και 4 δίνονται πάντα στις τέσσερις πρωτεύουσες κατατμήσεις του δίσκου (μια εκ των οποίων όπως είπαμε μπορεί να έχει δηλωθεί ως extended). Για τις λογικές που ενδέχεται να δημιουργηθούν, χρησιμοποιούνται οι αριθμοί από 5 και πάνω. Αυτό συμβαίνει ακόμα και αν δεν υπάρχουν τέσσερις πρωτεύουσες κατατμήσεις ώστε να καταλάβουν τους αριθμούς αυτούς. Σε αυτή την περίπτωση, όποιοι από τους τέσσερις πρώτους αριθμούς δεν αντιστοιχούν σε κάποια κατάτμηση, δεν αποδίδονται καθόλου και παραλείπονται ώστε να χρησιμοποιηθούν αν τυχόν αυτές δημιουργηθούν αργότερα.

Σημείωση: Για τους παλιότερους δίσκους που συνδέονται μέσω IDE, η ονομασία έχει τη μορφή /dev/hdΧΥ όπου πάλι τα XY έχουν το ίδιο νόημα.

Είναι πιθανό αν έχουμε τρεις ή περισσότερους δίσκους στο σύστημά μας, μόνο ο πρώτος να αναγνωρίζεται πάντα με το ίδιο γράμμα, ενώ οι υπόλοιποι να αλλάζουν γράμμα μεταξύ διαφορετικών εκκινήσεων. Αυτό συμβαίνει καθώς ο ελεγκτής των σκληρών δίσκων στην μητρική πλακέτα πολλές φορές αναγνωρίζει πρώτα τον δίσκο που είναι συνδεδεμένος στην πρώτη υποδοχή ως Master, ενώ τους υπόλοιπους ως slaves χωρίς συγκεκριμένη σειρά, οπότε υπάρχει περίπτωση τα γράμματα b, c και τα υπόλοιπα (εκτός του a) να μην αποδίδονται σταθερά στην ίδια συσκευή. Αν χρειαζόμαστε ένα σταθερό αναγνωριστικό στοιχείο για τον δίσκο μας, θα πρέπει να χρησιμοποιούμε τους αριθμούς UUID και GUID που δίνονται σε κάθε κατάτμηση κατά τη δημιουργία της.

Filesystems (Συστήματα αρχείων)

επεξεργασία

Τα FileSystems (συστήματα αρχείων), ο τρόπος δηλαδή με τον οποίο γίνεται η αποθήκευση των αρχείων στον σκληρό δίσκο είναι μία από τις σημαντικότερες πτυχές ενός λειτουργικού. Κάθε λειτουργικό έχει τα δικά του FileSystems, ενώ παράλληλα μπορεί να υποστηρίζει σε μικρότερο ή σε μεγαλύτερο βαθμό τα filesystems άλλων λειτουργικών. Παραδείγματος χάριν, τα Windows ΔΕΝ υποστηρίζουν εγγενώς τα filesystems άλλων λειτουργικών (αν και υπάρχουν κάποια προγράμματα για αυτή τη δουλειά, αλλά συνήθως επιτρέπουν μόνο ανάγνωση των αρχείων και «κρασάρουν» εύκολα). Αντίθετα το Linux, εκτός από τα native filesystems του (πχ ext4 και BTRFS), προσφέρει υποστήριξη για γραφή και ανάγνωση και για FAT32 και για NTFS, τα οποία είναι τα native filesystems των windows.

Είδη FileSystems

επεξεργασία

FAT (File Allocation Table)

επεξεργασία

Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και τα γνωστά μας FAT16 και FAT32. Η ευρεία χρησιμοποίησή τους ξεκινάει από την εποχή του MS-DOS, αν και υπάρχει και από πιο νωρίς. Επειδή υπάρχει τόσο καιρό, σχεδόν όλες οι συσκευές είναι συμβατές με αυτό και έτσι είναι το στάνταρ σύστημα αρχείων για κάρτες μνήμης, USB memory stick και εξωτερικούς σκληρούς δίσκους. Στα Windows XP η Microsoft το αντικατέστησε με το NTFS για να ξεπεράσει τους περιορισμούς που έθετε το FAT. Οι περιορισμοί αυτοί έχουν να κάνουν με το μέγιστο μέγεθος αρχείου (μέχρι 4 GB), το μέγιστο μέγεθος κατάτμησης (μέχρι 2TB), μέγιστο επιτρεπτό μήκος ονόματος αρχείου (μαζί με τη διαδρομή του) και άλλα.

Στο Linux υπάρχει φυσικά υποστήριξη γι αυτό, και στο παρελθόν η κύρια χρήση του ήταν όταν είχαμε Dual Boot με windows, οπότε και το χρησιμοποιούσαμε για να έχουμε κοινή πρόσβαση στα αρχεία μεταξύ των δύο λειτουργικών. Πλέον, που η υποστήριξη του NTFS σε Linux είναι πολύ καλή, πρακτικά δεν υπάρχει λόγος χρησιμοποίησης του.

H βασική περίπτωση χρήσης του FAT32 στις μέρες μας, είναι στα USB φλασάκια και στις διάφορες Memory Cards καθώς, όντας ένα σύστημα παλιάς τεχνολογίας, δεν υποστηρίζει journaling (το οποίο αυξάνει τον αριθμό των εγγραφών στο δίσκο) και κατά συνέπεια μειώνει τη φθορά τους και βελτιώνει τη διάρκεια ζωής τους σε σχέση με τα άλλα FileSystems.

NTFS (New Technology FileSystem)

επεξεργασία

Το NTFS χρησιμοποιήθηκε από τη Microsoft για να αντικαταστήσει το σύστημα αρχείων FAT και χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα Windows NT. Από τα XP και έπειτα είναι το εγγενές σύστημα αρχείων των Windows. Δημιουργήθηκε για να ξεπεραστούν οι περιορισμοί που έθετε το FAT σύστημα αρχείων (χρήση journaling, case-sensitive ως προς τα ονόματα των αρχείων, μεγαλύτερα ονόματα αρχείων κτλ).

Στο Linux, υπάρχει υποστήριξη ανάγνωσης, εγγραφής και αλλαγής μεγέθους μίας κατάτμησης διαμορφωμένης σε NTFS. Για την επεξεργασία μίας τέτοιας κατάτμησης μπορεί να χρησιμοποιηθεί το εργαλείο ntfsprogs, το οποίο μας παρέχει αρκετές δυνατότητες.

Η βασική, αν όχι η μόνη, περίπτωση χρήσης του NTFS σε linux είναι στην περίπτωση Dual-Boot εγκαταστάσεων με Windows λειτουργικό, καθώς στις περιπτώσεις αυτές, ο ευκολότερος τρόπος να έχουμε κοινή πρόσβαση σε αρχεία και από τα δύο λειτουργικά είναι η χρήση μίας κατάτμησης NTFS.

ext3/ext4 (EXTended file system 3/4)

επεξεργασία

To ext παρουσιάστηκε το 1992 και είναι το πρώτο σύστημα αρχείων που σχεδιάστηκε ειδικά για το Linux. Οι εκδόσεις του που χρησιμοποιούνται σήμερα είναι οι ext3 και η ext4. Το ext4 είναι μία βελτίωση του ext3 όσον αφορά την ταχύτητα προσπέλασης, την αποφυγή του κατακερματισμού των αρχείων και την αξιοπιστία.

Μέχρι πριν λίγα χρόνια, όταν ακόμα το ext4 ήταν καινούριο, το ext3 χρησιμοποιούνταν στις περιπτώσεις που μας ενδιέφερε πολύ η ασφάλεια των δεδομένων μας. Πλέον το ext4 έχει ωριμάσει και είναι η πρώτη επιλογή για μία εγκατάσταση linux.

Σημείωση: Το ext4 μπορεί να χρησιμοποιηθεί και χωρίς Journal, κάτι που το κάνει πιο κατάλληλο για χρήση με αποθηκευτικά μέσα flash memory όπως οι κάρτες μνήμης και τα USB flash drives αφού αποφεύγονται οι πολλές εγγραφές που μειώνουν τη διάρκεια ζωής αυτών των προϊόντων. Αντίθετα το ext3 δεν πρέπει να χρησιμοποιείται σε αυτές τις συσκευές. Δεδομένης όμως της χρήσης αυτών των αποθηκευτικών μέσων και προκειμένου να μπορούμε να τα χρησιμοποιούμε απρόσκοπτα και από τα Windows, ενδείκνυται η χρήση του FAT32.

Btrfs (B-tree filesystem)

επεξεργασία

Είναι το σύστημα αρχείων στο οποίο προγραμματίζεται να περάσει το Linux μετά από το ext4. Μεταξύ άλλων, φέρει βελτιώσεις και όσον αφορά στο θέμα του κατακερματισμού. Βρίσκεται ακόμα σε στάδιο ανάπτυξης και υπάρχει περίπτωση να προστεθούν επιπλέον χαρακτηριστικά μέχρι την επίσημη υιοθέτησή του ως το στάνταρ σύστημα αρχείων του Linux. Περισσότερες πληροφορίες μπορούν να βρεθούν στην Wikipedia.

Προειδοποίηση: Το Btrfs είναι σταθερό αλλά είναι «under heavy development». Προτείνεται εντόνως να έχουμε πάντα την τελευταία έκδοση του Linux Kernel αν θέλουμε να το χρησιμοποιήσουμε.
Συμβουλή: Πρόσφατοι υπολογιστές που προορίζονται για οικιακή χρήση κατά κανόνα δεν έχουν ανάγκη από swap, είτε σε μορφή partition είτε σε file.

Το SWAP είναι ένα partition που χρησιμοποιείται από το linux όταν δεν επαρκεί η μνήμη RAM. Αν έχουμε αρκετή μνήμη RAM (πχ > 4 GB) τότε, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, η παρουσία του είναι περιττή. Αν όμως έχουμε λίγη RAM (πχ <= 2 GB) τότε η παρουσία του είναι θεμιτή. Σε παλαιότερες εποχές που οι υπολογιστές ήταν πιο αργοί το swap ήταν απαραίτητο.

Υπάρχουν δύο τρόποι για να δημιουργήσετε SWAP. Τα swap files, τα οποία απλώς αποτελούν ένα πολύ μεγάλο αρχείο στο σκληρό σας δίσκο και τα swap partitions, τα οποία αποτελούν ξεχωριστό partition.

Συμβουλή: Από τον Linux kernel 2.6 και έπειτα τα swap files είναι το ίδιο γρήγορα με τα swap partitions, οπότε δεν κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία swap partition.

Για να μπορεί να κάνει hybernate ο υπολογιστής σας ίσως να χρειάζεται swap. Πρέπει να διαβάσετε αναλυτικά τις οδηγίες της εκάστοτε διανομής για λεπτομέρειες.

Σημείωση: Αν προορίζετε τον υπολογιστή σας για server που θα εξυπηρετήσει μερικές χιλιάδες άτομα τότε θέλετε SWAP. Αλλά σε αυτή την περίπτωση κακώς διαβάζετε αυτόν τον οδηγό. Αντ' αυτού πρέπει να μας βοηθήσετε να τον βελτιώσουμε μιας και οι γνώσεις σας υπερτερούν των δικών μας :).

Fragmentation (Κατακερματισμός)

επεξεργασία

Ίσως το πιο γνωστό «πρόβλημα» που έχουν τα filesystems των Windows είναι η ύπαρξη fragmentation (κατακερματισμού), δηλαδή του «σπασίματος» των αρχείων σε πολλά μικρά κομμάτια και η αποθήκευσή τους σε διαφορετικά (και απομακρυσμένα μεταξύ τους) σημεία του σκληρού δίσκου. Το άμεσο αποτέλεσμα αυτού του τρόπου αποθήκευσης είναι η μείωση της απόδοσης του υπολογιστή μας. Η μείωση αυτή οφείλεται στο ότι ο σκληρός δίσκος χρειάζεται πολύ περισσότερο χρόνο για να διαβάσει το αρχείο, καθώς τα κομμάτια είναι διασκορπισμένα σε ολόκληρη την έκταση του. Εξαιτίας αυτού του γεγονότος, θεωρείται (πολύ) καλή πρακτική η χρήση κάποιου προγράμματος για Defragmentation, ενός προγράμματος δηλαδή που ενώνει τα πολλά μικρά τμήματα σε μεγαλύτερα, μειώνοντας έτσι το χρόνο ανάγνωσης.

Συμβουλή: Μία βασική απαίτηση για να είναι αποδοτικό το defragment είναι να υπάρχει αρκετός ελεύθερος χώρος στο σκληρό δίσκο. Μία καλή πρακτική είναι το C: να μην είναι ποτέ περισσότερο γεμάτο από το 60%.
Συμβουλή: Όλες οι εκδόσεις των Windows έρχονται με εγκατεστημένο ένα πρόγραμμα για defragmentation, αλλά ίσως το καλύτερο πρόγραμμα για αυτή τη δουλειά είναι το MyDefrag (freeware).

Στο linux πάλι τα πράγματα είναι πιο απλά: δεν υπάρχουν προγράμματα για defragmentation. Και δεν υπάρχουν προγράμματα για defragmentation, γιατί απλώς δεν υπάρχει fragmentation (κατακερματισμός)! Ωραίο δεν ακούγεται;

Εντάξει, βέβαια για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι εντελώς ακριβές να λέμε ότι δεν υπάρχει κατακερματισμός στο Linux. Είναι σωστότερο να πούμε ότι ο τρόπος εγγραφής των αρχείων στον δίσκο από τα σύγχρονα filesystems του Linux είναι πολύ προσεκτικός, δυσχεραίνοντας έτσι τον κατακερματισμό ο οποίος όμως υπάρχει αν και σε αρκετά μικρότερο βαθμό από ότι στα Windows. Πόσο μικρότερος; Τόσο, ώστε πρακτικά να μην υπάρχει ανάγκη χρήσης ενός προγράμματος για defragment. Και από εκεί πηγάζει ο, ίσως υπερβολικός, ισχυρισμός ότι στο linux δεν υπάρχει fragmentation.

Σημείωση: Τα νέα filesystems που αναπτύσσονται (πχ το BTRFS) αναμένεται να μειώσουν ακόμα περισσότερο την ύπαρξη κατακερματισμού σε Linux. Το BTRFS μάλιστα έχει δικό του εργαλείο για defragment.
Συμβουλή: Η χρήση ενός σκληρού δίσκου SSD, ανεξαρτήτως λειτουργικού μειώνει (σημαντικά) τις συνέπειες του κατακερματισμού, σε σχέση με έναν δίσκο με μηχανικά μέρη. Το fragmentation θα υφίσταται, αλλά δεν θα επηρεάζει τόσο πολύ το σύστημά σας.

Πώς δημιουργούμε Partitions/διαμερίσματα δίσκου

επεξεργασία
Συμβουλή: Ο καλύτερος συνδυασμός απλότητας και ασφάλειας για τη δημιουργία κατατμήσεων είναι η χρήση του προγράμματος GParted μέσω ενός Linux Live CD/USB.

Κατά την διαμέριση του δίσκου μας επιβάλλονται συνήθως κάποιοι περιορισμοί. Οι περιορισμοί αυτοί μας επιβάλλονται κυρίως από τις εφαρμογές που χρησιμοποιούμε και όχι τόσο από τον ίδιο το σκληρό δίσκο. Για παράδειγμα η διαχείριση δίσκων των Windows επιτρέπει την αυξομείωση του μεγέθους της ενεργής κατάτμησης όπου βρίσκεται η εγκατάσταση των Windows, αν και για λόγους καλύτερης ασφάλειας των δεδομένων μας, καλό είναι να αποφεύγουμε να πειράζουμε σκληρούς δίσκους τους οποίους χρησιμοποιεί το λειτουργικό σύστημα. Για το λόγο αυτό προτείνουμε τη χρήση του GParted (το κύριο εργαλείο κατατμήσεων στο Linux) το οποίο μας επιτρέπει να κάνουμε οποιαδήποτε επεξεργασία μόνο σε αποπροσαρτημένες κατατμήσεις. Προκειμένου να μπορέσουμε να επεξεργαστούμε οποιοδήποτε τμήμα του σκληρού μας δίσκου πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το GParted μέσω ενός Linux Live CD/USB.

Χρήση Gparted

επεξεργασία

Τα παρακάτω αφορούν τις δυνατότητες επεξεργασίας που μας παρέχει η εφαρμογή Gparted:

  1. Μπορούμε να επεξεργαστούμε μόνο κατατμήσεις που δεν είναι προσαρτημένες. Αυτό ισχύει είτε για τις πρωτεύουσες κατατμήσεις είτε για τις λογικές.
  2. Μπορούμε να αυξήσουμε ή να συρρικνώσουμε το μέγεθος μίας πρωτεύουσας κατάτμησης. Μπορούμε επίσης να μετακινήσουμε μία πρωτεύουσα κατάτμηση. Μοναδική προϋπόθεση γι αυτές τις ενέργειες είναι να υπάρχει ο απαραίτητος κενός χώρος στον δίσκο.
  3. Μία εκτεταμένη κατάτμηση συμπεριφέρεται ακριβώς όπως και μία πρωτεύουσα, αλλά μόνο στην περίπτωση που είναι κενή. Μία κενή εκτεταμένη κατάτμηση έχουμε τη δυνατότητα να την μετακινήσουμε, να της αλλάξουμε το μέγεθος ή και να την διαγράψουμε αν δεν περιέχει μέσα της λογικές κατατμήσεις. Η ύπαρξη λογικών κατατμήσεων μέσα σε μία εκτεταμένη, την «κλειδώνει» κατά κάποιον τρόπο με αποτέλεσμα να μην επιτρέπεται η επεξεργασία της.
  4. Μπορούμε να μετακινήσουμε και να αλλάξουμε το μέγεθος των λογικών κατατμήσεων που περιέχονται σε μία εκτεταμένη αρκεί να υπάρχει διαθέσιμος χώρος. Για να μπορέσουμε όμως να διαγράψουμε μία λογική κατάτμηση, πρέπει να μην είναι προσαρτημένη άλλη λογική κατάτμηση με μεγαλύτερο αριθμό από αυτήν που θέλουμε να διαγράψουμε.
  • Αν σκοπεύετε να κάνετε πολλές δοκιμές και format είναι καλό το /home να είναι ένα partition από μόνο του. Με αυτό τον τρόπο δεν θα χαθούν δεδομένα σε περίπτωση format.
  • Το SWAP partition δεν είναι ιδιαίτερα απαραίτητο στις μέρες μας που οι υπολογιστές έχουν πολύ RAM. Δεν θα σας χρειαστεί να φτιάξετε swap partition για απλή καθημερινή χρήση. Αν σκοπεύετε να κάνετε πολλά compiles από πηγαίο κώδικα, ειδικά μεγάλων προγραμμάτων (πχ libreoffice) τότε είναι σχεδόν απαραίτητο να φτιάξετε ένα swap partition. Υπάρχει πάντα η επιλογή για swap file.
  • Το filesystem που θα χρησιμοποιήσετε είναι κάτι που πρέπει να λάβετε σοβαρά υπόψιν σας. Υπάρχουν πολλές επιλογές. Το EXT4 και το BTRFS αποτελούν τις δυο πιο ενεργά αναπτυσσόμενες επιλογές, με το XFS να έχει και αυτό τους υποστηρικτές του και τα πλεονεκτήματα του. Το BTRFS είναι ακόμα σε πειραματικό στάδιο. Το ext4 είναι πιο σταθερό και δοκιμασμένο. ΜΗΝ βάλετε ευαίσθητα δεδομένα σε BTRFS. Οι διαφορές στην ταχύτητα αυτών των δύο αλλάζουν συνέχεια. Παλαιότερα το BTRFS έδειχνε να είναι ταχύτερο, οι πιο πρόσφατες μετρήσεις όμως δεν είναι το ίδιο υπέρ του.
  • Αν έχετε SSD δίσκο χρησιμοποιείστε είτε EXT4, BTRFS, XFS και JFS. Δώστε προσοχή στα mount options για να ενεργοποιήσετε το TRIM.
Συμβουλή: Αν δεν ξέρετε τι να βάλετε, βάλτε ext4.

Προτεινόμενα Partitioning Schemes

επεξεργασία

Καταρχάς να ξεκαθαρίσουμε ότι δεν υπάρχει ιδανικό partition scheme. Το partitioning scheme εξαρτάται από τις απαιτήσεις του καθενός. Για desktop χρήστη υπάρχουν κάποιες προτεινόμενες πρακτικές τις οποίες και θα προσπαθήσουμε να καλύψουμε παρακάτω. Προσοχή, για server χρήση τα δεδομένα αλλάζουν δραματικά, αλλά καθώς ξεφεύγουν από τα πλαίσια του οδηγού, δεν θα καλυφθούν εδώ.

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, στην περίπτωση που έχουμε ένα μόνο partition, αν για κάποιο λόγο χαλάσει το λειτουργικό μας σύστημα και χρειαστεί να κάνουμε format θα χάσουμε όλα μας τα δεδομένα. Για το λόγο αυτό προτείνεται να δημιουργούμε τουλάχιστον 2 ξεχωριστά partitions. Το ένα για το λειτουργικό αυτό καθ' εαυτό και το άλλο για την αποθήκευση των προσωπικών και επαγγελματικών μας αρχείων (κείμενα, λογιστικά φύλλα, φωτογραφίες, μουσική, ταινίες κτλ). Έτσι, αν προκύψει κάποιο πρόβλημα στην εγκατάσταση του κυρίως λειτουργικού συστήματος, μπορούμε να κάνουμε format στο partition του λειτουργικού χωρίς να φοβόμαστε για τα αρχεία μας.

Προειδοποίηση: Υπόψιν όμως ότι ο διαχωρισμός των προσωπικών μας δεδομένων σε ξεχωριστό partition μας προστατεύει ΜΟΝΟ από προβλήματα του λειτουργικού συστήματος (προβλήματα software δηλαδή) και όχι από προβλήματα στον ίδιο το σκληρό δίσκο (προβλήματα hardware). Αν ο σκληρός δίσκος «χτυπήσει» υπάρχει μεγάλος κίνδυνος να χάσουμε τα δεδομένα μας. Δεν είναι του παρόντος εδώ για να επεκταθούμε, αλλά αν η απώλεια δεδομένων δεν είναι αποδεκτή από εμάς, τότε η μόνη πραγματικά ασφαλής λύση είναι η λήψη αντιγράφων (backup), κατά προτίμηση κιόλας με αυτοματοποιημένο τρόπο.

H περίπτωση αυτή είναι αρκετά απλή. Μπορεί να γίνει με ένα και μόνο partition, αλλά όπως αναφέραμε προηγουμένως προτείνεται (για να μην πούμε επιβάλλεται...) να δημιουργούμε τουλάχιστον 2 ξεχωριστά partitions. To ένα για να περιέχει την εγκατάσταση των windows (το C:) και ένα (π.χ. το D:) για να περιέχει τα δεδομένα μας.

Όσον αφορά το μεγέθος του C:, η απόφαση εξαρτάται καθαρά από τις ανάγκες μας και τα προγράμματα που χρησιμοποιούμε. Μια συνήθης εγκατάσταση Windows 7/8 (με κάποια συνηθισμένα προγραμματα όπως το office εγκατεστημένα) δεν απαιτεί περισσότερο από 30-50 GB. Οι παλαιότερες εκδόσεις των windows (πχ τα Windows XP) απαιτούν λιγότερο χώρο, αλλά και εκεί στην πράξη κάτω από τα 20GB δεν πέφτουμε.Λαμβάνοντας υπόψη ότι για είναι αποδοτικό το defragmentation του δίσκου χρειαζόμαστε αρκετό ελεύθερο χώρο σε αυτόν, ένα partition των 70-100GB είναι συνήθως επαρκές. Τον χώρο που περισσεύει τον χρησιμοποιούμε για τα προσωπικά μας αρχεία (partition D:).

Αν έχουμε εγκατεστημένα πολλά προγράμματα και κυρίως παιχνίδια που πιάνουν πολύ χώρο (πχ 5-10GB το καθένα) τότε φυσικά το μέγεθος του partition χρειάζεται να μεγαλώσει αναλόγως.

Αν έχουμε πολύ μικρό δίσκο (πχ ένα παλιό laptop με 80 GB δίσκο) τότε πρέπει να είμαστε προετοιμασμένοι ότι δε θα μπορούμε να έχουμε τα πάντα ταυτόχρονα εγκατεστημένα στο pc μας ή αν το κάνουμε να έχουμε δεχτεί ότι θα έχουμε πτώση στην απόδοση του υπολογιστή μας λόγω fragmentation. Εν πάση περιπτώσει, στην συγκεκριμένη περίπτωση ένας διαχωρισμός 50 GB για το C: και 30 GB για το D: είναι εύλογος. Το 40GB - 40GB θα είναι οκ στις περισσότερες περιπτώσεις. Το 30GB - 50GB είναι λίγο. Αν ο διαθέσιμος χώρος δεν επαρκεί, η αγορά ενός καινούριου σκληρού δίσκου είναι μία περίπτωση που αξίζει να εξετάσουμε (αν μπορούμε να αγοράσουμε και SSD μάλιστα ακόμα καλύτερα!).

Χρειαζόμαστε απαραιτήτως ένα partition όπου θα μπει το root / που περιέχει μέσα του όλα τα αρχεία που αφορούν το λειτουργικό μας σύστημα. Συνίσταται ωστόσο η χρήση τουλάχιστον 2 partitions. To ένα για την εγκατάσταση του κυρίως λειτουργικού και το άλλο για τα προσωπικά μας αρχεία και δεδομένα. Αν ο υπολογιστής μας έχει λίγη RAM τότε πρέπει να λάβουμε υπόψη μας και το ενδεχόμενο χρήσης swap χώρου, είτε σε μορφή partition είτε σε μορφή αρχείου.

Το partition του κυρίως λειτουργικού θα το ονομάζουμε «root partition» και θα το συμβολίζουμε με /. Το partitions των προσωπικών δεδομένων/αρχείων του κάθε χρήστη του υπολογιστή θα το ονομάζουμε «home partition» και θα το συμβολίζουμε με /home. Όσον αφορά το μέγεθος τους τώρα, το root partition δεν χρειάζεται να είναι πολύ μεγάλο. Για διάφορους τεχνικούς λόγους στους οποίους δε θα επεκταθούμε εδώ (πχ shared libraries), οι εγκαταστάσεις Linux δεν χρειάζονται πολύ χώρο. Πιο αναλυτικά:

  • Ανάλογα τη διανομή και το γραφικό περιβάλλον που θα χρησιμοποιήσουμε, είναι δυνατόν να χρειαστούμε ακόμα και λιγότερο από 5GB. Στην πράξη βέβαια μια συνηθισμένη εγκατάσταση Linux για desktop χρειάζεται περίπου 10-15 GB άρα, αν υπάρχει έλλειψη χώρου στο σκληρό δίσκο, τα 20GB είναι μια καλή επιλογή. Τα 30 GB είναι συνήθως υπερ-αρκετά. Το fragmentation είπαμε ότι δεν μας απασχολεί ιδιαίτερα στο linux άρα δεν χρειάζεται να φροντίσουμε να υπάρχει μεγάλο ποσοστό κενού χώρου στο κάθε partition. Αν έχουμε πολύ χώρο στο δίσκο (πχ 1ΤΒ) τότε βάζουμε 50GB και σταματάει να μας απασχολεί το θέμα.
  • Στο home partition δίνουμε ότι περισσεύει.
Σημείωση: Παλαιότερες διανομές και παλαιότεροι τρόποι εγκατάστασης ήθελαν το /boot να είναι σε δικό του partition. Είναι εξαιρετικά απίθανο να απαιτείται κάτι τέτοιο στις μέρες μας. Αν παρόλα αυτά, κάτι τέτοιο συμβαίνει και δεν είναι δυνατό να το αποφύγετε, θα πρέπει να συμβουλευτείτε τον οδηγό της διανομής σας για λεπτομέρειες.
Συμβουλή: Υπάρχουν περιπτώσεις που ίσως να απαιτούνται περισσότερα partitions. Για desktop χρήση πάντως, τα 2 partitions είναι υπερ-αρκετά.

Όσον αφορά την επιλογή των filesystems, τα πράγματα είναι σχετικά απλά. Η πιο σταθερή επιλογή και για το root αλλά και για το home partition είναι το ext4.

H πιο συνηθισμένη περίπτωση dual boot είναι η παράλληλη εγκατάσταση windows και Linux στον ίδιο υπολογιστή. Στην περίπτωση αυτή υπάρχει μία διαφοροποίηση ανάλογα με το πόση RAM διαθέτει ο υπολογιστής μας.

Υπολογιστές με >4GB Ram
επεξεργασία

Στην περίπτωση αυτή καθώς έχουμε αρκετή RAM, δεν χρειαζόμαστε να δημιουργήσουμε SWAP Partition, άρα τα απολύτως αναγκαία partitions είναι 2 για κάθε λειτουργικό. Κατά συνέπεια, μιας και ο αριθμός των αναγκαίων partitions είναι 4, μπορούμε να τα κάνουμε όλα primary partitions και να τελειώνουμε. Έτσι λοιπόν μπορούμε να σπάσουμε το σκληρό μας δίσκο ως εξής:

  1. Το /dev/sda1 θα είναι ένα NTFS partition για την εγκατάσταση των windows (το C:).
  2. Το /dev/sda2 θα είναι ένα NTFS partition για να αποθηκεύουμε δεδομένα και προσωπικά αρχεία (το D: και το οποίο θα χρησιμοποιούμε για να έχουμε κοινή πρόσβαση και από τα δύο λειτουργικά.
  3. Το /dev/sda3 θα είναι ένα ext4 partition όπου θα γίνει η εγκατάσταση του Linux (δηλαδή το root partition που όπως είπαμε συμβολίζεται με /)
  4. Το /dev/sda4 θα είναι ένα ext4 partition όπου θα γίνει η αποθήκευση των προσωπικών αρχείων και των αρχείων ρυθμίσεων του χρήστη μας (δηλαδή το home partition που όπως είπαμε συμβολίζεται με /home).

Όσον αφορά τα μεγέθη τους ισχύουν όλα όσα αναφέρθηκαν στις ενότητες για την εγκατάσταση μόνο Linux και μόνο Windows με τη μόνη διαφορά ότι το home partition πλέον δεν χρειάζεται να είναι μεγάλο, καθώς πλέον η αποθήκευση των αρχείων που καταλαμβάνουν πολύ χώρο (ταινίες, μουσική, φωτογραφίες κτλ) θα γίνεται στο D:.

Το μεγάλο σε μέγεθος partition, δηλαδή το D: το βάζουμε ανάμεσα στα 2 partitions των λειτουργικών συστημάτων, ώστε αν χρειαστεί, να μπορούμε να μειώσουμε το μέγεθος του και να μεταφέρουμε χώρο από αυτό στα partitions των λειτουργικών. Στην περίπτωση αυτή, το home δεν χρειάζεται να είναι πολύ μεγάλο, καθώς η αποθήκευση των προσωπικών μας εγγράφων θα γίνεται στο sda2 (D:).

Σημείωση: Αν έχουμε SSD, τότε, όπως αναφέρθηκε και προηγουμένως, μπορούμε αντί για ext4 να χρησιμοποιήσουμε BTRFS
Υπολογιστές με <2GB Ram
επεξεργασία

Στην περίπτωση αυτή εξακολουθούν να ισχύουν όσα αναφέρθηκαν στην περίπτωση για υπολογιστές με αρκετή RAM, αλλά καθώς έχουμε λίγη RAM θα χρειαστεί να δημιουργήσουμε και ένα SWAP Partition. Αυτό σημαίνει ότι ο συνολικός αριθμός των partitions που χρειαζόμαστε είναι 5, γεγονός που περιπλέκει ελαφρώς τα πράγματα.

Όπως είπαμε προηγουμένως, ένας σκληρός δίσκος μπορεί να έχει μέχρι 4 primary partitions και ότι αν χρειαζόμαστε περισσότερα από 4, τότε το ένα primary partition πρέπει να οριστεί ως extended και τα έξτρα partitions που χρειαζόμαστε να δημιουργηθούν ως logical partitions εντός του extended. Αλλά, όπως είπαμε τα partitions των λειτουργικών συστημάτων και το SWAP πρέπει να είναι primary partitions. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να σπάσουμε το σκληρό μας δίσκο κάπως έτσι:

  • Το /dev/sda1 θα είναι ένα primary partition με NTFS που θα έχει την εγκατάσταση των Windows (το C:).
  • To /dev/sda2 θα είναι ένα primary partition με ext4 που θα έχει την εγκατάσταση του Linux (το /).
  • To /dev/sda3 θα είναι ένα primary partition που θα έχει το SWAP.
  • Το /dev/sda4 θα είναι ένα extended partition.
  • Το /dev/sda5 θα είναι ένα logical partition με ext4 που θα έχει τα αρχεία ρυθμίσεων των χρηστών του Linux (το /home).
  • Το /dev/sda6 θα είναι ένα logical partition με NTFS που θα έχει τα προσωπικά αρχεία του χρήστη (το D:).

Στην περίπτωση αυτή χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή στην εκλογή του μεγέθους των partitions γιατί δεν είναι δυνατή η μεταφορά χώρου από τα logical partitions στα primary. Προκειμένου να μπορέσουμε να μεταφέρουμε χώρο, θα πρέπει να καταστρέψουμε το extended partition και να το ξαναφτιάξουμε, γεγονός που συνεπάγεται την απώλεια των αρχείων που βρίσκονται στα logical partitions. Ως εκ τούτου, το συμπέρασμα είναι ότι στην περίπτωση αυτή ΔΕΝ κάνουμε «τσιγκουνιές» στο μέγεθος των primary partitions.

Δείτε Επίσης

επεξεργασία