Από την πρώτη στιγμή που μπήκα σήμερα το πρωί στο γραφείο το βλέμμα μου καρφώθηκε σε τούτο το πρωτόγνωρο θέαμα. Ένα θέαμα αληθινά αδύνατο να το φανταστώ. Μέσα στο παγωμένο δωμάτιο, που ο αδύνατος Μαρτιάτικος ήλιος πάλευε ανήμπορα να ζεστάνει, ένα μικρό κόκκινο τριαντάφυλλο, ξεχασμένο πάνω σε κάποιο τραπέζι, σημάδι θαρρείς μιας άνοιξης που ήρθε αθόρυβα, δίχως να καταλάβω τον ερχομό της.
Έπνιξα με δυσκολία τα ηλίθια ερωτήματα που ανέβηκαν στο μυαλό μου προσπαθώντας να θολώσουν την ανείπωτη εικόνα. Ποιος; Πότε; Πώς; Γιατί;… μα γιατί έπρεπε πάντοτε η σκέψη μου να δηλητηριάζει κάθε τι όμορφο που βρισκόταν γύρω μου; Κάθισα στο γραφείο μου και προσπάθησα να συγκεντρωθώ.

«…εκχωρήσας το εις ποσοστόν πενήντα τοις εκατόν ανερχόμενον εταιρικόν του μερίδιον αποχωρεί της εταιρείας, ουδεμίαν πλέον διατηρών επιφύλαξιν ή αξίωσιν κατά των λοιπών εταίρων, θεωρών τον μεταξύ των λογαριασμόν πλήρως και τελεσιδίκως εκκαθαρισμένον…»
Η καθημερινή αποπνικτική ρουτίνα που υπογραμμιζόταν από τον καθοριστικό και μονότονο θόρυβο της αριθμομηχανής είχε δεχτεί θανάσιμο χτύπημα. Ο απειλητικός της όγκος που ώρες-ώρες συνέτριβε την απαντοχή μου, είχε ραγίσει ανεπανόρθωτα. Το τριαντάφυλλο βρισκόταν πάντα στο απέναντι γραφείο. Σκόρπιζε το άρωμά του σβήνοντας την στυφή μυρουδιά του καπνού. Άπλωσα γρήγορα το χέρι μου στο τασάκι κι έσβησα το τσιγάρο μου από σεβασμό στο μικρό λουλούδι.

«…με την Ε14541/84 απόφαση του Υπουργού Οικονομικών καθορίστηκαν τα δικαιολογητικά που απαιτούνται για την αναγνώριση του δικαιώματος εκπτώσεως των δαπανών, δωρεών, εισφορών και λοιπών εξόδων από το συνολικό εισόδημα του φορολογουμένου…»
Με την άκρη του ματιού μου ξανακοίταξα το τριαντάφυλλο. Ήτανε πάντοτε στην ίδια θέση, αδιάφορο για ότι συνέβαινε γύρω του. Για μια στιγμή μου φάνηκε πως χαμογέλασε ειρωνικά έτσι όπως ήμουνα σκυμμένος πάνω σε χαρτιά που με πνίγανε. Εκνευρίστηκα και τράβηξα τη ματιά μου.

«…αν ο εργολάβος υποσχέθηκε με συμβολαιογραφικό προσύμφωνο την μεταβίβαση διαμερίσματος σε τρίτον, για την αξία του διαμερίσματος μαζί με το ποσοστό οικοπέδου που αντιστοιχεί σ’ αυτό υπόχρεος είναι σε φόρου ο εκ προσυμφώνου αγοραστής, αφ’ ότου του παραδόθηκε το διαμέρισμα και εφ’ όσον η παρά-δοση αποδεικνύεται με συμβολαιογραφικό έγγραφο…»
Τώρα πια το τριαντάφυλλο γελούσε κοροϊδευτικά. Το γέλιο του αντιβούηξε στους γκρίζους τοίχους και μου ανέβασε το αίμα στο κεφάλι. Ρούφηξα απότομα μια γουλιά από τον καφέ που είχε ήδη κρυώσει και παραλίγο να πνιγώ. Άναψα νευρικά κι άλλο τσιγάρο και βούλωσα τ’ αυτιά μου για να μην ακούω τα καμπανιστά γέλια.

«…ο επιτηδευματίας και τα πρόσωπα των παραγράφων 4 και 5 του άρθρου 1 του Π.Δ. 99/77, επί πωλήσεως αγροτικών προϊόντων διά λογαριασμόν του παρα-γωγού αυτών επί προμηθεία, εκδίδει: α) θεωρημένην τριπλότυπον απόδειξιν…»
Ήταν αδύνατο πια να συγκεντρωθώ. Ένοιωθα ηλίθιος, καθώς η άνοιξη με έβρισκε ανάμεσα σε σωρούς χαρτιών, ενώ το μικρό κόκκινο λουλούδι απολάμβανε ναρκισσιστικά το άρωμα και τη δροσιά του. Τράβηξα αδέξια μια βαθειά ρουφηξιά καπνό που μου ‘φερε βήχα και δάκρυα στα μάτια. Εφορίες, δηλώσεις, ταμεία, απο-τελέσματα, ισολογισμοί στροβιλίζονταν μανιασμένα στο μυαλό μου φέρνοντάς μου ναυτία. Η μυρουδιά του τριαντάφυλλου μου δημιουργούσε δύσπνοια και το γέλιο του έκανε τις φλέβες στα χέρια μου να φουσκώνουν σαν να θέλανε να σπάσουν. Κοντά στο γέλιο του λουλουδιού είχανε προστεθεί τώρα πια και τα γέλια του Κώδικα Φορολογικών Στοιχείων, του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, του Κώδικα Χαρτοσήμου… Όλα τριγύρω κάγχαζαν κοροϊδευτικά.


Πετάχτηκα από τη θέση μου, χύμηξα στο απέναντι γραφείο, χούφτωσα το μικρό κόκκινο τριαντάφυλλο –αδιαφορώντας για τα αγκάθια που σούβλιζαν εκδικητικά την παλάμη μου- άνοιξα την μπαλκονόπορτα και το πέταξα κάτω στον δρόμο. Κι ενώ οι ρόδες κάποιου ταξί το έλειωναν, εκείνο γελούσε, γελούσε, γελούσε…