Δια βίου μάθηση/Ευρωπαϊκό Πλαίσιο Δια Βίου Εκπαίδευσης και τα Κέντρα Εκπαίδευσης Ενηλίκων
Κύριος στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής (ΕΕ) είναι η σύγκλιση των διαφόρων εθνικών συστημάτων πάνω στις βασικές αρχές της Δια Βίου Εκπαίδευσης και κατάρτισης ενηλίκων (Μνημόνιο της Λισαβώνας για τη Δια Βίου και Διευρυμένη Μάθηση(3), Μάρτιος 2000). Έτσι προβλέπεται η δημιουργία ενός ολοκληρωμένου ευρωπαϊκού εκπαιδευτικού συστήματος όπου θα επιτρέπει α) τη συνεχιζόμενη εκπαίδευση και κατάρτιση των ενηλίκων πολιτών για τη διασφάλιση και επικαιροποίηση των κοινωνικοπολιτικών και εργασιακών τους γνώσεων, στάσεων και δεξιοτήτων, κάτι που θα αντανακλά και τις μεταβαλλόμενες εργασιακές απαιτήσεις, την εργασιακή οργάνωση και τις νέες μεθόδους, β) τη διαμόρφωση κοινά αποδεκτών αρχών πιστοποίησης της προηγούμενης γνώσης των ενηλίκων και σύνδεσής της με τα επίσημα εκπαιδευτικά συστήματα, γ) τη συγκρισιμότητα πιστοποίησης δεξιοτήτων των διαφορετικών ανεξάρτητων εθνικών συστημάτων έτσι ώστε να επιτρέπει στους εκπαιδευόμενους, τους εκπαιδευτικούς, τους εργαζόμενους και τους πολίτες να πιστοποιούν τα προσόντα τους και να μετακινούνται εντός των διευρυμένων συνόρων της (εργασιακή κινητικότητα & ανέλιξη), και δ) την διασφάλιση της ποιότητας και της αξιολόγησης, άρα και διαφάνειας, στη διάθεση οικονομικών πόρων των συστημάτων Δια Βίου Εκπαίδευσης. Ένα τέτοιο σύστημα θα συμβάλει σε μια κοινωνία συνοχής που θα προσφέρει ισότιμες ευκαιρίες για πρόσβαση στην ποιοτική εκπαίδευση σε όλη τη διάρκεια της ζωής των πολιτών βασισμένη στις ανάγκες τους. Επιπλέον θα ενθαρρύνει και θα εξοπλίσει τα άτομα ώστε να συμμετέχουν πιο ενεργά σε όλες τις σφαίρες της σύγχρονης δημόσιας ζωής ενδυναμώνοντας την πολιτειακή ταυτότητα και διαπολιτισμική τους ικανότητα.
Από τα παραπάνω γίνεται κατανοητό ότι η συστηματική εφαρμογή της Δια Βίου Eκπαίδευσης και στην Ελλάδα προϋποθέτει την αναγνώριση και επικύρωση όλων των μορφών εκπαίδευσης (επίσημη, ημι-επίσημη και ανεπίσημη) (4), την ενεργή συμμετοχή των πολιτών, τη διαπραγμάτευση όρων όπως νέα γνώση, νέα μάθηση, την αναγνώριση μορφών προηγούμενης γνώσης και τέλος την εφαρμογή μιας αξιολογικής διαδικασίας και πιστοποίησης πέρα και έξω από τα παραδοσιακά σχήματα (Αρβανίτη, 2008β).
Ένα σημαντικό βήμα προς την κατεύθυνση αυτή είναι η σύσταση και λειτουργία ενός διευρυμένου δικτύου μονάδων εκπαίδευσης ενηλίκων (ΜΕΕ) με βάση:
- συγκεκριμένο κοινωνικό-εκπαιδευτικό σχεδιασμό που θα εξετάζει το ΤΙ, το ΠΩΣ και το ΓΙΑΤΙ της παρεχόμενης εκπαίδευσης (Kalantzis & Cope, 2005, Φωτοπούλου, 2007 και Αρβανίτη, 2008α).
- την οικοδόμηση σύγχρονων οργανισμών μάθησης (learning organizations) που θα στηρίζουν την εξέλιξή τους στις ανθρώπινες δεξιότητες και τις διαδικασίες αυτοδιαχείρισης των ομάδων τους. Η υπευθυνότητα, η ενδυνάμωση, η δέσμευση και τα κίνητρα χαρακτηρίζουν τη φιλοσοφία των σύγχρονων εκπαιδευτικών οργανισμών, ενώ απαιτείται και η εφαρμογή μιας οριζόντιας ιεραρχίας/ επικοινωνίας που βασίζεται στην ομαδική δουλειά. Στο πλαίσιο αυτό η εκπαιδευτική ηγεσία και το ανθρώπινο δυναμικό του οργανισμού δρα καταλυτικά στην εξέλιξη του οργανισμού και όχι μόνο οι οικονομικοί πόροι και οι εγκαταστάσεις. Οι διαπροσωπικές σχέσεις και η επικοινωνία αποτελούν σημαντικό παράγοντα εξέλιξης σε έναν μαθησιακό οργανισμό (Kalantzis & Cope, 2003). Ενώ θα πρέπει να υπάρχει μια κουλτούρα διαχείρισης της γνώσης/ μάθησης και των τεχνικών της δημιουργώντας την αίσθηση ότι ο εργαζόμενος είναι συμμέτοχος στην εξέλιξη του οργανισμού (Κalantzis & Cope, 2003). Τέλος, στις σύγχρονες ΜΕΕ πρέπει να διερευνούνται οι τρόποι αξιοποίησης των ιδιαίτερων δεξιοτήτων των εκπαιδευομένων για να εμπλουτίζεται η εκπαιδευτική διαδικασία και να προωθείται η πρωτοτυπία.
- τη δημιουργία μια κοινότητας μάθησης (learning community) στην οποία όλοι οι μέτοχοι (stakeholders) δημιουργούν ένα κοινό εκπαιδευτικό όραμα και μαθαίνουν να διαχειρίζονται τη γνώση που παράγεται συλλογικά.
- μια σύγχρονη παιδαγωγική φιλοσοφία (αρχές της δια βίου μάθησης) που θα αποδίδει ιδιαίτερη σημασία στις ομαδικές δεξιότητες και στοχαστικοκριτικές ικανότητες.
- τη δημιουργία στοχαστικοκριτικών επαγγελματικών κοινοτήτων μάθησης (communities of practice) των εκπαιδευτών και των ατόμων (reflective practitioners) που ασχολούνται με τη δια βίου μάθηση. Αυτό θα συμβάλλει στην οριοθέτηση και αναθεώρηση των παιδαγωγικών πρακτικών, των μεθόδων και των αξιολογικών μοντέλων στις ΜΕΕ (Wenger, 1998) αλλά και τη δημιουργία επαγγελματικών δικτύων που θα παράγουν και θα διαχειρίζονται τη γνώση (Αrvanitis, 2006).
Τα Κέντρα Εκπαίδευσης Ενηλίκων (ΚΕΕ), αντιμετωπίζουν τις προκλήσεις που αναφέρθηκαν προκειμένου να εξελιχθούν σε ένα δυναμικό και σύγχρονο εκπαιδευτικό σύστημα. Τα ΚΕΕ ιδρύθηκαν από τη Γενική Γραμματεία Εκπαίδευσης Ενηλίκων (ΓΓΕΕ) και υπάγονται στο Ίδρυμα Διαρκούς Εκπαίδευσης (ΙΔΕΚΕ) και είναι υπεύθυνα για το συντονισμό των προγραμμάτων γενικής εκπαίδευσης και της εκπαίδευσης ενηλίκων στην Ελλάδα. Τα 56 ΚΕΕ που δραστηριοποιούνται σε όλη την Ελλάδα προσφέρουν πάνω από 3.000 προγράμματα, και πάνω από 90.000 θέσεις εκπαίδευσης.
Η οργάνωση της Εκπαίδευσης Ενηλίκων μέσα από τα ΚΕΕ ταιριάζει περισσότερο με ένα δίκτυο συμμετεχόντων, ανοικτού σε νέες μεθόδους και πρακτικές χωρίς συγκεντρωτικές ιεραρχικές δομές, στο οποίο οι εκπαιδευόμενοι συμμετέχουν δημιουργικά. Τα κομβικά σημεία των δικτύων των ενηλίκων είναι η τοπική κοινωνία, η εθνική κεντρική επιβλέπουσα αρχή, η ΓΓΕΕ και το Ευρωπαϊκό Δίκτυο Εκπαίδευσης Ενηλίκων. Αυτοί οι κόμβοι θα πρέπει να είναι συνδεδεμένοι με την εκπαιδευτική κοινότητα, τις τοπικές κοινωνίες, τα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά ιδρύματα. Οι νέες δομές προγραμμάτων, στελεχών και εκπαιδευομένων που δημιουργήθηκαν γύρω από τα ΚΕΕ λειτουργούν σαν τοπικά κοινωνικά κέντρα μάθησης (μαθησιακές κοινότητες), τα οποία δημιουργούν νέες σχέσεις ανάμεσα στις τοπικές κοινωνίες (βλ. learning regions- http://www.obs-pascal.com/) και στην εκπαίδευση γεφυρώνοντας έτσι το κενό μεταξύ επίσημης και ανεπίσημης εκπαίδευσης. Ο νέος θεσμός επίσης επαναοριοθετεί και το ρόλο του ‘σχολείου’ σαν του διευρυμένου εκείνου χώρου, στον οποίο μπορεί να οικοδομηθεί η κοινωνική συνοχή και η αλληλεπίδραση. Ωστόσο, για την καλύτερη αποτύπωση της μέχρι τώρα λειτουργίας, εξέλιξης και προοπτικής του θεσμού απαιτείται εμπεριστατωμένη μελέτη και έρευνα (Φωτοπούλου, 2007).
Σημαντικός άξονας εξέλιξης των ΚΕΕ εκτός από την εκπαιδευτική ποιότητα και την ηγετική τους παρουσία στην διαμόρφωση τοπικών πόλων μάθησης (learning regions) για την ενίσχυση της περιφερειακής ανάπτυξης αποτελεί και:
- Η ένταξη και πιστοποίηση των μαθησιακών αποτελεσμάτων των ΚΕΕ στο πλαίσιο ενός Εθνικού Συστήματος Προσόντων Δια Βίου Εκπαίδευσης που θα α) ενσωματώνει και θα αναγνωρίζει όλες τις μορφές μάθησης: επίσημης, ημι-επίσημης και ανεπίσημης και β) θα ανιχνεύει τις σύγχρονες ανάγκες των εκπαιδευόμενων αναπροσαρμόζοντας τα Αναλυτικά Προγράμματα.
- Η καθιέρωση ενός πλαισίου ικανοτήτων και η ανάπτυξη εκπαιδευτικών προγραμμάτων που θα εξασφαλίζουν την συνοχή της παρεχόμενης εκπαίδευσης, την κλιμακούμενη μαθησιακή εξέλιξη και την διαφάνεια στη μαθησιακή προόδο. Το πλαίσιο ικανοτήτων θα παρέχει επίσης τη βάση για την αξιολόγηση της επίδοσης των εκπαιδευόμενων και την επίσημη αναγνώριση, εφόσον τα KEE αποφασίσουν να παρέχουν συγκρινόμενα αποτελέσματα αξιολόγησης εισόδου και εξόδου σε εθνικό επίπεδο.
- Η διαδικασία αξιολόγησης και πιστοποίησης ικανοτήτων που απορρέουν από τα συγκεκριμένα μαθησιακά προγράμματα, αλλά και καθορισμού κατάλληλων εκπαιδευτικών προσανατολισμών/επιλογών των ενηλίκων και ενός συστήματος μεταφοράς πιστωτικών μονάδων.
- Η συστηματική επιμόρφωση των στελεχών και η συγκρότηση ενός δικτύου/μητρώου πιστοποιημένων και έμπειρων εκπαιδευτών.